Eνδιαφέρον αρθρο που διαβάσαμε στο http://www.gazzetta.gr
Αυτό το κείμενο του Βασίλη Σαμπράκου θα “διαβαστεί” λιγότερο από τα κείμενα για τα μπάνια των celebrities και τον νέο προπονητή του ΠΑΟΚ, διότι μιλά για τη “δημόσια υγεία”.
Κανονικά, σε μια μέρα σαν αυτή, θα έπρεπε να αναπτύξω τον συλλογισμό μου για τα αίτια του ξαφνικού της αποχώρησης του Ραζβάν Λουτσέσκου από τον ΠΑΟΚ ή την περίπτωση του Αμπελ Φερέιρα, που μου φαίνεται εξαιρετική, όπως θα εξηγήσω σε ένα επόμενο σημείωμα. Θα έπρεπε να ασχοληθώ με όλο αυτό το σχέδιο διάσωσης και ανάπτυξης του Παναθηναϊκού από τον Δημήτρη Γιαννακόπουλο και τις προοπτικές του, ή με όλο αυτό το υπέροχο που συμβαίνει, ή πιο σωστά που το κάνει ο Γιάννης Αντετοκούνμπο να συμβαίνει. Αυτά είχα κατά νου μέχρι το βράδυ της Παρασκευής που η θρομβοπενία εμφανίστηκε για να μας στείλει στον “Ευαγγελισμό”, που ήταν σε εφημερία, προκειμένου να εξεταστεί η μητέρα μου από αιματολόγο και να τύχει της αντιμετώπισης που κρίνεται απαραίτητη και επείγουσα για έναν άνθρωπο που ξαφνικά από τα 140.000 αιμοπετάλια ανά κυβικό χιλιοστό του αίματος πέφτει κάτω από τα 40.000. Τα όσα έχω δει και έχω καταλάβει από το βράδυ της Παρασκευής, που μπαινοβγαίνω στο μεγαλύτερο και – κατά τεκμήριο – καλύτερο δημόσιο νοσοκομείο της χώρας, μέχρι σήμερα τα αντιλαμβάνομαι ως απείρως σημαντικότερα από τα τρέχοντα ζητήματα του αθλητισμού. Ο αθλητισμός υπάρχει – θεωρητικά – για να ομορφαίνει τη ζωή και να μας ψυχαγωγεί. Ο “Ευαγγελισμός” και οι “ευαγγελισμοί” αυτής της χώρας υπάρχουν – θεωρητικά – για να μας κρατούν στη ζωή. Συνεπώς, εφόσον βρίσκετε νόημα, σφίξτε το στομάχι και μείνετε μαζί μου.
Κανονικά της Ελλάδας της χρειαζόταν να γίνει υποχρεωτική μια “εκπαιδευτική” εκδρομή των πολιτών της σε ένα δημόσιο νοσοκομείο σε στιγμή εφημερίας. Ειδικά στην περίπτωση του “Ευαγγελισμού” όμως, δηλαδή του νοσοκομείου που σε μια εφημερία μπορεί να φτάσει να υποδεχθεί έως και 2000 ασθενείς, αυτό που θα μας έπρεπε, για την πιθανότητα να μας επηρεάσει και να μας αλλάξει τη νοοτροπία, θα ήταν να δημιουργηθεί μια σειρά 6,8,10 επεισοδίων, σαν αυτές που κυκλοφορούν σήμερα στις ψηφιακές πλατφόρμες, για να την δούμε και επιτέλους να συνειδητοποιήσουμε το λάθος που συντηρούμε, όπως το παραλάβαμε από τους προηγούμενους: το εγκληματικό λάθος της εγκληματικής αδιαφορίας μας απέναντι στην Υγεία.
Λίγο καιρό πίσω μοιραζόμουν με έναν Ελληνα που ζει στο Βέλγιο την τραυματική εμπειρία που είχα τον Αύγουστο του 2017, δηλαδή την προηγούμενη φορά που βρέθηκα στα ¨Επείγοντα” ενός δημόσιου νοσοκομείου και είχα ακούσει τον γιατρό να μου λέει ¨”γιατί τον φέρατε; Πάρτε τον σπίτι”, για τον πατέρα μου, ο οποίος κατέληξε μετά από πέντε μέρες σε αυτό το νοσοκομείο, στο οποίο εισήχθη λόγω της πίεσης που άσκησα στον γιατρό. “Ο γιατρός θα είχε χάσει την άδειά του, το νοσοκομείο θα είχε υποστεί μεγάλη ζημιά, το κράτος θα σε είχε πείσει με την αντίδρασή του ότι αυτό δεν θα ξανασυμβεί, όλα αυτά είναι αυτονόητα, γι’ αυτό πληρώνω φόρους”, ήταν η αντίδραση του “Βέλγου” φίλου μου. Τα ίδια, πάνω κάτω, είχα ακούσει και από έναν Πορτογάλο που ζει στη Λισαβόνα. Αυτά είναι τα “αυτονόητα” των άλλων. Και τώρα συνεχίζω με τα δικά μας “αυτονόητα”.
Μια γυναίκα 73 ετών, με χειρουργημένα – στις αρτηρίες – πόδια προ ενός έτους, χρειάστηκε να σταθεί τέσσερις ώρες το βράδυ της Παρασκευής όρθια, στις ουρές για μια ακτινογραφία και έναν υπέρηχο. Αν της χρειαζόταν και αξονική, πιθανόν η ορθοστασία να είχε τη διπλάσια διάρκεια. Κι όλα αυτά επειδή έκανε το λάθος να δηλώσει “περιπατητική” και να μη ζητήσει καροτσάκι και τραυματιοφορέα. Βέβαια αν το είχε κάνει αυτό πιθανόν να έμενε για κάποιες επιπλέον ώρες σε μια καρέκλα, στην αναμονή προκειμένου να βρεθεί καροτσάκι και τραυματιοφορέας σε ένα νοσοκομείο που δεχόταν έναν – δύο ασθενείς ανά λεπτό, όπως με τα μάτια μου διαπίστωσα από τις 8 το βράδυ που έφτασα μέχρι τις 12 το βράδυ που αποφασίστηκε και έγινε η εισαγωγή της μητέρας μου στην αιματολογική κλινική. Αν η μητέρα μου είχε πάει μόνη της, δηλαδή αν μια 73χρονη επισκεπτόταν μόνη της τον “Ευαγγελισμό” σε στιγμή εφημερίας και δίχως οφθαλμοφανή ασθένεια, δεν ξέρω πότε θα την “πρόσεχαν” και σε τι κατάσταση θα την έβρισκαν.
“Σιγά, περίμενε τέσσερις ώρες και το κάνεις θέμα;”, θα σκεφτείς αν έχεις προηγούμενη αντίστοιχη εμπειρία. Και θα έχεις δίκιο, διότι υπήρχαν άλλοι που περίμεναν πολύ περισσότερο είτε επειδή δεν βρισκόταν διαθέσιμος γιατρός της ειδικότητας που είχαν ανάγκη, είτε επειδή έπεφταν στο μποτιλιάρισμα των συμβάντων που ήταν σχετικά με τραυματισμούς, είτε επειδή είχαν εμφανιστεί ασυνόδευτοι ή δεν μιλούσαν ελληνικά και τους χρειαζόταν πολύ περισσότερος χρόνος μέχρι να καταφέρουν να τραβήξουν την προσοχή όποιου νοσηλευτή, γιατρού ή υπαλλήλου βρέθηκε στο διάβα τους.
Αυτά είναι τα δικά μας αυτονόητα στην υγεία. “Λέω να μη σας κάνω εισαγωγή απόψε, που είναι Παρασκευή, θα σας βάλουν σε ένα “ράντζο” στον διάδρομο και δεν θα σας κάνουν τίποτα μέχρι την Δευτέρα”, “κάποιος μου βούτηξε το φορείο και δεν έχω να εξυπηρετήσω, θα πάω στους ορόφους και θα αρπάξω ό,τι βρω”, “σας παρακαλώ να είστε πολύ προσεκτικοί με τα σεντόνια, τα έχουμε μετρημένα και τούτη τη στιγμή δεν έχουμε καθαρά”, “πάλι καλά που η σημερινή πορεία δεν είχε πολλούς τραυματίες, πραγματικά δεν ξέρω τι θα κάναμε απόψε”, “φιλαράκι αποκλειστική για τη μαμά με 30 ευρώ το 6ωρο, και είναι Ελληνίδες μόνο”, “περιμένετε τον σεκιούριτι να κάνει τη διαλογή των περιστατικών, ό,τι σας πει και όπου σας πει να πάτε”, “μη πάτε σε αυτή την τουαλέτα, καλύτερα περάστε απέναντι στα εμπορικά μαγαζιά, πάρτε ένα νεράκι και χρησιμοποιείστε τη δική τους τουαλέτα”.
Και όλα αυτά στο καλύτερο ελληνικό δημόσιο νοσοκομείο, στο οποίο λειτουργεί προσωπικό που σου δημιουργεί την αίσθηση ότι έχει απόλυτη συνείδηση καθήκοντος αλλά και εξαιρετικό πολιτισμό, ανθρωπιά και αλληλεγγύη στη συμπεριφορά του. Στη συμπεριφορά όλων, από τους θυρωρούς και τους φύλακες στις πόρτες μέχρι τον γιατρό διακρίνεις τη νοοτροπία που θα ευχόσουν να υπάρχει σε ένα δημόσιο νοσοκομείο. Ανθρωπιά που σε σκλαβώνει.
Δεν την έχω μελετήσει την ιστορία του “Ευαγγελισμού”, αλλά έχω δει ανθρώπους να βουρκώνουν από τα αισθήματα της ευγνωμοσύνης για την αντιμετώπιση της οποίας έτυχαν. Δεν έχω μελετήσει τη σημερινή κατάστασή του, αλλά όλο αυτό που αντιλαμβάνεσαι ότι συμβαίνει σε ένα διάστημα μικρότερο των 48 ωρών είναι αρκετό για να σου φωνάξει ότι “δημόσια υγεία” υπάρχει μόνο επειδή υπάρχουν Ανθρωποι και όχι επειδή υπάρχουν συνθήκες.
“Ευαγγελισμός” σήμερα είναι αυτός ο κύριος, που τον βρίσκω από την Παρασκευή να κοιμάται έξω από την κεντρική είσοδο μέχρι να ξημερώσει Δευτέρα και να ξαναπάρει τη πατερίτσα του για να μπει στο νοσοκομείο και να τύχει φροντίδας, αφού, υποθέτω, η κατάστασή του δεν δικαιολογεί την εισαγωγή του.
“Ευαγγελισμός” σήμερα είναι αυτός ο συμπαθέστατος ηλικιωμένος που είναι ξαπλωμένος σε ένα κρεβάτι σε έναν διάδρομο, τουλάχιστον από την Παρασκευή που τον είδα. Συμπληρώνει μια ολόκληρη ζωή για να φτάνει σήμερα να κοιμάται σε ένα κρεβάτι στο διάδρομο – αυτό έχει να του προσφέρει το κράτος. Αυτό έχει η Ελλάδα σήμερα να δώσει σε έναν ασθενή ηλικιωμένο. Διότι τόσο νοιάζεται αυτός που ορίζει το σήμερα και το αύριο της Ελλάδας, ο ενεργός πολίτης, η μάζα των ψηφοφόρων της, εγώ κι εσείς. Βάλτε τον πατέρα ή τον ηλικιωμένο εαυτό σας στη θέση του γεράκου, κάντε την εικόνα, και πείτε μου πώς γίνεται να το κάνουμε αυτό στους ηλικιωμένους μας και μεθαύριο στους εαυτούς μας.
“Ευαγγελισμός” σήμερα είναι το καθεστώς που επικρατεί στον μοναδικό δρόμο που εφάπτεται στο νοσοκομείο και διαθέτει θέσεις πάρκινγκ, την οδό “Υψηλάντου”. Θέσεις για τις οποίες φίλε μου πρέπει να πληρώσεις στον Δήμο της Αθήνας, ένα ευρώ ανά ώρα, διαφορετικά θα πάρεις κλήση για να πληρώσεις πρόστιμο δεκάδων ευρώ. Δηλαδή σκέψου, φτάνεις στη στιγμή της εφημερίας, σε μια έκτακτη ανάγκη, με έναν ασθενή, και εσύ δεν πρέπει να κοιτάξεις τον άνθρωπο που μεταφέρεις αλλά πρέπει να τρέξεις να βρεις περίπτερο που να διαθέτει κάρτες – κι αν φτάσεις αργά απλώς να “κόψεις” τον λαιμό σου. Ο δήμος της Αθήνας σου κόβει κλήσεις, αλλά δεν ανάβει φώτα, ή δεν έχει καν φώτα σε αυτόν τον δρόμο, τον οποίο χτυπούν αλύπητα αυτοί που σπάνε αυτοκίνητα για να κλέψουν ό,τι βρουν, όπως άκουσα από δύο αστυνομικούς με μηχανές το βράδυ της Παρασκευής, την ώρα που είχαν ανοίξει το αυτοκίνητο του αδερφού μου.
Ολα τα παραπάνω, και τόσα άλλα που δεν πρόλαβα να δω ή να ζήσω συμβαίνουν στον “Ευαγγελισμό” και τους “Ευαγγελισμούς” αυτής της χώρας επειδή εμείς το ανεχόμαστε – εγώ και εσείς. Συμβαίνουν επειδή εμείς αδιαφορούμε – εγώ και εσείς. Ολα αυτά, τα σχετικά με το καθεστώς στη δημόσια υγεία καταλαμβάνουν στα media πολύ λιγότερο χώρο και τυγχάνουν πολύ μικρότερης προβολής από τα τελευταία μπάνια της Κωνσταντίνας Σπυροπούλου με το καινούργιο της μπικίνι στην Ψαρού. Διότι είναι “αυτονόητα”, και γι’ αυτό “αντιεμπορικά” και “αδιάφορα”.
Δεν θέλω καν να φανταστώ τι θα συνέβαινε στον “Ευαγγελισμό” και τους “Ευαγγελισμούς” της χώρας αν ξαφνικά οι άνθρωποι που λειτουργούν στα νοσοκομεία αποφάσιζαν να ανταποδώσουν την αδιαφορία και την απάθεια που εισπράττουν από τις κυβερνήσεις, δηλαδή από τους πολίτες, δεδομένου ότι αυτοί τις εκλέγουν. Δεν θέλω να φανταστώ τι θα συνέβαινε στον “Ευαγγελισμό” αν ο “σεκιούριτι” άφηνε ανεξέλεγκτα να περνά ο καθένας εντός του νοσοκομείου, αν η νοσοκόμα δεν έμπαινε στον θάλαμο να μετρήσει τον αριθμό των επισκεπτών και των συνοδών, αν η γιατρός που υποδέχθηκε την μητέρα μου ήταν από αυτούς που δεν δίνουν σημασία σε ασθενή μέχρι να δουν φάκελο στην τσέπη τους, αν η νοσοκόμα δεν έψαχνε να βρει καρέκλες στην αίθουσα αναμονής του υπερήχου προκειμένου να εξυπηρετήσει όσο το δυνατόν περισσότερους ασθενείς που βρίσκονταν στην ουρά της αναμονής, αν οι “σεκιούριτοι” στα επείγοντα δεν μετατρέπονταν σε τραυματιοφορείς και νοσηλευτές προκειμένου να βοηθήσουν στην διαχείριση του χάους αναγκών που δημιουργείται κατά την εφημερία του νοσοκομείου.
Με τη στάση μας, οι πολλοί, εκεί τους οδηγούμε αυτούς που λειτουργούν στην δημόσια υγεία. Τους δείχνουμε ότι έχουν την προσοχή μας μόνο κάθε φορά που τους έχουμε ανάγκη. Διότι δεν έχουμε απαιτήσει ποτέ από την Ελλάδα να προσέξει τη δημόσια υγεία. Παραμονές εκλογών, δεν έχω πέσει πάνω σε καμία τέτοια συζήτηση στα media ή τα social media. Παραμονές εκλογών εγώ, ο μέσος Ελληνας ψηφοφόρος δεν έχω ακούσει λέξη για “υγεία”. Και δεν έχω απαιτήσει με τη συμπεριφορά μου από τους πολιτικούς και τα κόμματα να μου μιλήσουν για την “δημόσια υγεία”. Η συμπεριφορά και η στάση μας τους δημιουργούν την αίσθηση ότι τώρα, παραμονές εκλογών, πρέπει να τρέξουν να “τάξουν” νέα γήπεδα, νέα τηλεοπτικά συμβόλαια σε ΠΑΕ, ότι πρέπει να μας μιλήσουν και να μας πείσουν για ένα σωρό άλλα ασήμαντα, τα οποία εμείς τους έχουμε πείσει ότι είναι για εμάς σημαντικά.
Μέχρι να αλλάξουμε, την επόμενη φορά που θα σου τύχει να χρειαστείς τη δημόσια υγεία σου εύχομαι καλή επιτυχία, δηλαδή να πέσεις πάνω σε Ανθρώπους. Διότι προφανώς δεν πρόκειται να πέσεις ούτε σε καθεστώτα που εγγυώνται “καλές συνθήκες”, ούτε σε εγκαταστάσεις που σέβονται τον πολίτη. Αλλά τι σου λέω τώρα, αυτά είναι τα “αυτονόητα”. Είναι αυτά στα οποία δεν θα δώσεις καμιά σημασία όταν θα αποφασίζεις τι θα ψηφίσεις.