Είναι πολύ δύσκολο να μιλήσει κανείς για τον Αριστομένη Προβελλέγγιο, μια τεράστια μορφή των ελληνικών γραμμάτων και των τεχνών.
Ο Αριστομένης Προβελλέγγιος είναι ένας ολόκληρος κόσμος που για τους περισσότερους παραμένει σχεδόν άγνωστος.
Όλοι γνωρίζουν πως ο ποιητής ήταν από τη Σίφνο, πως περνούσε πολλούς μήνες το χρόνο στα Εξάμπελα και στην αγαπημένη του Χρυσοπηγή, πως τάφηκε στον «Γέρο» Αη Νικόλα των Εξαμπέλων.
Κάποια ποιήματά του παραμένουν δημοφιλή στους λογοτεχνικούς κύκλους, αλλά η ποίησή του Αριστομένη Προβελέγγιου πιθανόν δεν συγκινεί το σημερινό κοινό της φιλαναγνωσίας.
Στη Σίφνο παραμένει εξαιρετικά δημοφιλές και αγαπητό το τραγούδι «Αέρι», τους στίχους του οποίου έγραψε ο Αριστομένης Προβελέγγιος.
«Ο αποχαιρετισμός του ναύτη» του Προβελέγγιου αποτελεί ένα εξαιρετικό παράδειγμα μελοποιημένης ποίησης και μάλιστα από λαϊκούς μουσικούς.
Στο προάυλιο του Γυμνασίου Λυκείου Σίφνου υπάρχει η προτομή του από τον Τηνιακό γλύπτη Γιαννούλη Χαλεπά και στον τάφο του αποχαιρετισμός με επιγραφή του Κωστή Παλαμά στην εκκλησία του “γέρου”Αη Νικόλα στα Εξάμπελα της Σίφνου.


Οδηγός μας σε αυτό την απόπειρα προσέγγισης του κόσμου του Αριστομένη Προβελέγγιου θα είναι το εξαιρετικό βιβλίο του Αλέξανδρου Γ. Πετρόπουλου, εγγονού του ποιητή
«ΑΡΙΣΤΟΜΕΝΗΣ ΠΡΟΒΕΛΕΓΓΙΟΣ
ο τραγουδιστής του Αιγαίου»
Ο λυρικός κόσμος του Αριστομένη Προβελέγγιου δεν ξέρουμε πόσο συγκινεί τους σημερινούς ανθρώπους.
Μια πολύ μικρή προσπάθεια προσέγγισης του κόσμου του ποιητή θα αποπειραθούμε να κάνουμε σε λίγες αναρτήσεις.
Ο ποιητής γεννήθηκε το 1850 στα Εξάμπελα της Σίφνου όταν η Ελλάδα έφτανε μέχρι τη Λαμία, βασιλιάς ήταν ο Όθωνας και Πρωθυπουργός ο Αντώνιος Κριεζής.
«Κατήγετο από παλιά αρχοντική οικογένεια της Σίφνου. Οι Προβελέγγιοι ήταν φλωρεντίνοι ευγενείς που ήλθαν στη Σίφνο γύρω στο 1670 και εγκαταστάθησαν στο Κάστρο, τότε πρωτεύουσα του νησιού. Η μητέρα του ποιητή Αικατερίνη, ήταν εγγονή του Ιωάννου Μαρούλη, διακριθέντος εις την ζωγραφικήν, και κόρη του Νικολάου Χρυσογέλου, διδασκάλου του Γένους, αγωνιστού, γερουσιαστού, γραμματέως του Καποδίστρια και Υπουργού των Εκκλησιαστικών και της Δημοσίας Εκπαιδεύσεως το 1829 μέχρι της δολοφονίας του Κυβερνήτου. Ο θείος του Κωνσταντίνος Προβελέγγιος υπήρξε νομομαθής, βουλευτής και Υπουργός Δικαιοσύνης επί Όθωνος».

Αφού τέλειωσε το Γυμνάσιον ο Προβελέγγιος ενεγράφη εις την Φιλοσοφικήν Σχολήν του Πανεπιστημίου Αθηνών. Μετά το πέρας των σπουδών του εις το Πανεπιστήμιον, έφυγε για τη Γερμανία όπου παρέμεινε πέντε χρόνια και παρακολούθησε μαθήματα εις τα Πανεπιστήμια Μονάχου, Λειψίας, Βύρτσμπουργκ και Ιένας, από όπου επήρε και το διακτορικόν του δίπλωμα από τον διάσημο βιολόγο Haeckel”.
Ο Ερνέστος Χέκελ μοιάζει να αποτελεί ένα ακόμα σημαντικό πρόσωπο που καθόρισε την προσωπικότητα του ποιητή.
Για τους βιολόγους αποτελεί έναν επιστήμονα που άνοιξε νέους ορίζοντες στην επιστήμη της ζωής.
Ο όρος «ökologie» («Οικολογία») δημιουργήθηκε στα 1866 από τον Γερμανό βιολόγο Ερνστ Χέκελ, από τις ελληνικές λέξεις οίκος και λόγος που σημαίνει κυριολεκτικά «μελέτη του φυσικού οίκου».
Για τον Προβελέγγιο σίγουρα θα στάθηκε μία σημαντική επιρροή στον κόσμο της Φιλοσοφίας και των ιδεών.
Εκείνη την εποχή η επιστήμη είχε λιγότερα στεγανά σε σχέση με το σήμερα.
«Ο Ποιητής επιστρέφει εις την Ελλάδα το 1881. Νοσταλγεί υπερβολικά το νησί όπου είδε το πρώτο φως, τη Σίφνο του. Για αυτό μόλις αντίκρισε τα βουνά του νησιού έγραψε ένα από τα ωραιότερα ποιήματά του με τίτλο «Η επιστροφή».
«Καράβια μεσ’ τα κύματα περνούν τα γαλανά,
ω, τι λαχτάρα μ’ άρπαζε για μέρη μακρυνά
σαν τ’ έβλεπα παιδάκι ακόμα!
Πάλι τα βλέπω, ονείρατα δεν έχω στην καρδιά.
Είδα τον κόσμο και ποθώ σε μια σου αμμουδιά
να γύρω κουρασμένο σώμα»
«Το 1899 αναμιγνύεται εις την πολιτικήν και εκτίθεται ως υποψήφιος βουλευτής Κυκλάδων.
Το 1900 εκλέγεται βουλευτής Κυκλάδων. Η ανάμιξις του εις την πολιτικήν από του 1899 μέχρι του 1955 υπήρξε δια τον Ποιητήν εν επεισόδιον της ζωής του ατυχές, ως το εχαρακτήρισεν ο ίδιος, και εις το οποίον περιεπλάκη υποκύπτων εις τας παρακλήσεις των οικείων του, δια να συνεχίσει την πολιτικήν ιστορίαν της οικογένειάς του

«Τ’ αέρι»
Παίρνει σιγά τ’ ἀγέρι ἕνα φιλί ἀκόμα, στόν κόσμο ποιός τό ξέρει ἄν τό γλυκό σου στόμα θά τό ξαναφιλήσω πιά; Γλυκειά μου ἀγάπη, ἔχε γειά!
Ἕνα φιλί ἀκόμη, ἕνα φιλί και πάλι. Ἀπ’ τήν παλιά σου γνώμη κανείς νά μή σέ βγάλει. Μή με ξεχνᾶς στήν ξενητειά, γλυκειά μου ἀγάπη, ἔχε γειά!
Εἴν΄ ἡ ζωή μου ἀγώνας μέ τήν ἀνεμοζάλη, εἶμ’ ἄχαρος χειμώνας σύ, τ’ ἄστρο πού προβάλλει οὐράνια παρηγοριά στή σκοτεινιά μου. Ἔχε γειά.
Ἄν ὅμως μέ ξεχάσεις ἄς μή γυρίσω πίσω̇ ἀνάμεσα θαλάσσης τά μάτια μου ἄς κλείσω πρίν νά τό μάθω. Ἔχε γεια. Ποιός ξέρει ἄν θά σέ ἴδω πια.
Λαμπρό ΄ναι νά θυμᾶσαι στίς θλιβερές σου ὥρες, πιστά πώς ἀγαπᾶσαι καί πώς σέ τόσες χῶρες καί θάλασσες ζεῖ μιά καρδιά γιά σένα μόνον. Ἔχε γειά.
To τραγούδι αυτό ακούμε στο βίντεο από τον παπά-Στρατή Συρίγο που παίζει και βιολί, ενώ στο λαούτο ο Κωστής Λουκατάρης από το αφιέρωμα στην παράδοση της Σίφνου. Ο Τόπος και το Τραγούδι του στην ΕΤ3.
Την μουσική έχει γράψει ο Απόστολος Αγιασιμής-Αποστολιάδης