«Ξυπόλητοι Άγιοι» της Πέπης Ρηγοπούλου,
άρθρο από την «Εφημερίδα των Συντακτών» (Τετάρτη 1η Ιουλίου 2020).
Στο σημερινό άρθρο της στήλης «Τρίτη Ματιά» της Πέπης Ρηγοπούλου στην «Εφημερίδα των Συντακτών» γίνεται αναφορά στον Γαϊτάνο, έναν άνθρωπο που άφησε ανεξίτηλο το στίγμα του στη Σίφνο και στα Εξάμπελα.
Ο Γαϊτάνος έζησε όλη του τη ζωή με το τρόπο που ο ίδιος ήθελε.
Σήμερα θα το λέγαμε αντισυμβατικό τρόπο ζωής.
Ο ίδιος μόνο ξέρει τι είναι αυτό που τον έκανε να ζει διαφορετικά από τους άλλους στο χωριό.
Ενας Άγιος Άνθρωπος που γύριζε όλη του τη ζωή ξυπόλητος και προτιμούσε να κοιμάται στον περιστεριωνα με την στέγη που δεν έστεκε καθόλου καλά στη θέση της.
Ένας άνθρωπος που είχε περιουσία, αλλά προτιμούσε να ζει λιτά και μετρημένα.
Ένας ξυπόλητος Άγιος, όπως αποκαλεί το κείμενό της η Πέπη Ρηγοπούλου.
Ένας πλάνητας της ζωής…
Μια συγγενική μορφή με τον Παναγιώτη Φαρμάκη που κατέγραψε με την κάμερά του ο Φίλιππος Κοτσαφτής στη «Αγέλαστο Πέτρα».
Η Πέπη Ρηγοπούλου έχει σπίτι στα Εξάμπελα και έρχεται χρόνια στο νησί.
Η Πέπη Ρηγοπούλου έγραψε τη δική της ιστορία στην εποχή της εξέγερσης του Πολυτεχνείου.
Πανεπιστημιακός δάσκαλος με μία απίστευτη παιδεία.
Σεμνή και πάντα ταπεινή που δεν δίστασε να γυρίσει την πλάτη της στα αξιώματα που της προσφέρθηκαν όταν η συνεΐδησή της δεν συμφωνούσε με τις πολιτικές επιλογές της όποιας Σατραπείας.
Και αυτή η γυναίκα αφιερώνει το σημερινό της κείμενο στον δικό μας Γαϊτάνο, τον ξυπόλητο Άγιο των Εξαμπέλων ….
Και το κείμενό της μας θυμίζει την μόνη «πολυτέλεια» που επέτρεπε στον εαυτό του, που δεν ήταν άλλη από τα στραγάλια.
«Τους είχε αδυναμία. Ήταν τα μόνα που αγόραζε…»
Και μια τελευταία προσθήκη από το κείμενο της Πέπης Ρηγοπούλου:
“Οι πατούσες του μαυρισμένες από την απλυσιά, είχαν αποκτήσει μια μοναδική ανθεκτικότητα. Τίποτα δεν τον σταματούσε και ποτέ δεν πληγωνόταν. Βράχοι, τσουκνίδες, άσφαλτος, χώμα, χαλί για να περάσει. Γοργοπόδαρος έμπαινε στην εκκλησία και άναβε τα καντήλια. Άλλοτεκαθόταν σιωπηλός και παρατηρούσε τις εικόνες. Δεν προσευχόταν φανερά. Κάποιον σταυρό πού και πού τον έκανε. Αλλά έως εκεί έφταναν τα θρησκευτικά του. Εκείνη τη φορά μέσα σε μια εκκλησία βρήκε τον παπά. Εκείνος τον καλημέρισε λέγοντάς του πατρικά: Γιατί δεν φοράς παπούτσια; Δεν θα ήταν τιμή για τον άγιο που έρχεσαι να προσκυνήσεις; Κι εκείνος αφού κύτταξε γύρω τις εικόνες τού απάντησε: Δεν βλέπεις πως όλοι οι άγιοι είναι ξυπόλητοι;”
